| ΑΙΓΟΠΡΟΒΑΤΑ

Εφαρμοσμένη διατροφή νεαρών μικρών μηρυκαστικών

1. Γενικές αρχές

Αρχικά (ως 14 ημέρες μετά τη γέννησή τους), τα νεογέννητα αρνιά και ερίφια συμπεριφέρονται ως μονογαστρικά ζώα και διατρέφονται αποκλειστικά με γάλα. Στη συνέχεια, αυξάνοντας προοδευτικά την πρόσληψης στερεάς τροφής, εξελίσσονται σε μηρυκαστικά. Ουσιαστικά, η διαφοροποίηση αρχίζει από την 21η ημέρα και έτσι, σε ηλικία 5 ως 6 εβδομάδων μπορούν να διατρέφονται με χονδροειδείς και συμπυκνωμένες ζωοτροφές, έχοντας αναπτύξει σχεδόν πλήρως τους προστομάχους, όπως τα ενήλικα ζώα. Αν όμως διατρέφονται αποκλειστικά με γάλα και μετά την 21η ημέρα της ζωής τους, τότε επιβραδύνεται η εξέλιξη του βλεννογόνου της μεγάλης κοιλίας και έτσι διατηρούν τα αρχικά χαρακτηριστικά των προστομάχων καθόλη τη διάρκεια της διατροφής τους με γάλα.

Με βάση τα παραπάνω συνάγεται ότι (α) είναι δυνατή η επιβράδυνση ή η επιτάχυνση της εξέλιξης των προστομάχων με την κατάλληλη διαιτητική αγωγή και (β) ο απογαλακτισμός των αρνιών και εριφίων σε ηλικία μικρότερη από 28 ημέρες μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα, καθόσον η παραγωγή μαλτάσης, αμυλάσης και πρωτεϊνολυτικών ενζύμων δεν είναι ικανοποιητική σε εκείνη την ηλικία.

2. Διατροφή θηλαζόντων αρνιών και εριφίων

Τα νεογέννητα αρνιά και ερίφια πρέπει να λάβουν πρωτόγαλα και στη συνέχεια, διατρέφονται με φυσικό ή τεχνητό θηλασμό. Στη χώρα μας, ακολουθείται σε πολύ μεγάλο βαθμό φυσικός θηλασμός των αρνιών και εριφίων, που διαρκεί 4 ως 8 εβδομάδες. Ο τεχνητός θηλασμός ακολουθείται σε πολύ μικρό ποσοστό εκτροφών.

Πρέπει να σημειωθεί ότι, στο εκτατικό σύστημα εκτροφής, ο θηλασμός είναι φυσικός και μπορεί να διαρκέσει ως 3 μήνες. Στο ημιεντατικό σύστημα εκτροφής, ο θηλασμός είναι επίσης φυσικός και διαρκεί ως 60 ημέρες. Τέλος, στο εντατικό σύστημα εκτροφής είναι και πάλι φυσικός, αλλά σε ορισμένες εκτροφές τεχνητός (με υποκατάστατο σκόνης γάλακτος) και διαρκεί 28 ως 35 ημέρες.

Η διάρκεια του θηλασμού εξαρτάται επίσης από την προβλεπόμενη παραγωγική κατεύθυνση των νεαρών ζώων. Έτσι, σε ζώα που προορίζονται για σφαγή εφαρμόζεται συνήθως ο φυσικός θηλασμός, που διαρκεί 4 ως 5 εβδομάδες για τα αρνιά και 6 ως 8 εβδομάδες για τα ερίφια. Βέβαια, η ηλικία κατά τη σφαγή εξαρτάται πάντα και από την πιθανή αυξημένη εποχική ζήτηση κρέατος.

Ο ρυθμός ανάπτυξης των νεαρών ζώων εξαρτάται από την καταναλισκόμενη ποσότητα γάλακτος. Υπολογίζεται ότι για αύξηση βάρους 1 kg απαιτούνται 4,5 ως 5,5 L γάλακτος (ανάλογα με την περιεκτικότητα σε λίπος). Συνήθως μετά τη δεύτερη εβδομάδα, παρέχεται στα θηλάζοντα αρνιά και ερίφια ξηρό χόρτο λειμώνων ή ψυχανθών, πλούσιο σε φύλλωμα, καθώς και μείγμα συμπυκνωμένων ζωοτροφών. Αυτό συνήθως προσφέρεται σε μορφή συμπήκτων για κατά βούληση κατανάλωση (μείγμα για απογαλακτισμό). Μάλιστα, η παράθεση της τροφής πρέπει να γίνεται καθημερινά, σε καθαρή ταΐστρα, επειδή τα νεαρά αρνιά και ερίφια παρουσιάζουν έντονη επιλεκτικότητα κατά το αρχικό στάδιο κατανάλωσης τροφής. Αυτό το μείγμα πρέπει να περιέχει καθαρή ενέργεια τουλάχιστον 7 ΜJ και πεπτές πρωτεΐνες 16% ως 18%, και να συνθέτεται από εύπεπτες και ελκυστικές πρώτες ύλες (π.χ., σκόνη άπαχου γάλακτος). Η χορήγηση του μείγματος αυτού οδηγεί σε ευκολότερο απογαλακτισμό των ζώων και σε επίτευξη υψηλότερου ρυθμού ανάπτυξης. Συνιστάται η χορήγηση του ίδιου μείγματος για 2 ως 3 εβδομάδες και μετά τον απογαλακτισμό.

Όταν εφαρμόζεται σύστημα τεχνητού θηλασμού, τα αρνιά και ερίφια αποχωρίζονται από τις μητέρες τους μετά τη λήψη του πρωτογάλακτος. Συνολικά, η παραμονή με τις μητέρες τους ποικίλλει από 12 ώρες μέχρι 3 ημέρες. Σημειώνεται πάντως ότι όσο μικρότερο είναι το διάστημα παραμονής με τις μητέρες τους, τόσο ευκολότερα συνηθίζουν στον τεχνητό θηλασμό. Επίσης, τα ερίφια προσαρμόζονται πιο γρήγορα και πιο εύκολα στον τεχνητό θηλασμό από τα αρνιά. Στον τεχνητό θηλασμό, χορηγείται ρόφημα "τεχνητού" γάλακτος, που έχει παρασκευαστεί με σκόνη άπαχου γάλακτος (200-250 g ανά L ροφήματος για αρνιά, 160-200 g για ερίφια), καζεΐνη, υδρολυμένες πρωτεΐνες, φυτικά έλαια και μικρές ποσότητες ζωικού λίπους. Δεν συνιστάται η χρήση ζάχαρης, αμύλου και χαλκού. Η χορήγησή του γίνεται με κατά βούληση ή κατά μερίδες κατανάλωση, ατομικά ή ομαδικά με χρήση θηλάστρων.

Σε κάθε περίπτωση, ο απογαλακτισμός των ζώων πρέπει να γίνεται (α) προοδευτικά, με μείωση της χορηγούμενης ποσότητας γάλακτος ή ροφήματος (π.χ., με αποχωρισμό των μητέρων από τα θηλάζοντα ζώα για κάποιο χρονικό διάστημα καθημερινά), ή (β) απότομα σε μία ή δύο ημέρες. Ο απογαλακτισμός δεν προκαλεί μείωση του ρυθμού ανάπτυξης, εφόσον την τελευταία εβδομάδα του θηλασμού τα προς απογαλακτισμό ζώα καταναλώνουν καθημερινά περισσότερα από 250 g μείγματος συμπυκνωμένης ζωοτροφής.

Για την καλύτερη εφαρμογή του αποχωρισμού των μητέρων από τα νεαρά ζώα, αυτά μπορούν βρίσκονται με τις μητέρες τους μόνον τις μισές ώρες της ημέρας. Έτσι, αφενός μπορεί να αρχίσει η άρμεξη των θηλυκών ζώων και αφετέρου να παρέχεται αυξημένη ποσότητα συμπυκνωμένης τροφής στα νεαρά ζώα.

3. Διατροφή αρνιών και εριφίων μετά τον απογαλακτισμό

3.1. Διατροφή αρνιών και εριφίων που προρίζονται για αναπαραγωγή

Τα θηλυκά αρνιά και ερίφια που προορίζονται για αναπαραγωγή, διατρέφονται μετά τον απογαλακτισμό τους με στόχο σε ηλικία 8 μηνών να έχουν τουλάχιστον 65% ως 70% του σωματικού βάρους των ενηλίκων ζώων της ίδιας φυλής. Ο στόχος αυτός επιτυγχάνεται με καθημερινό ρυθμό ανάπτυξης 50 ως 200 g και συνεπώς απαιτεί συντηρητική διατροφή.

Η διατροφή των ζώων αυτών γίνεται είτε με βόσκηση και συμπληρωματική χορήγηση συμπυκνωμένων ζωοτροφών, είτε με εκτροφή στο στάβλο με χορήγηση χονδροειδών και μείγματος συμπυκνωμένων ζωοτροφών με καθαρή ενέργεια 6,5 ως 7 MJ ανά kg και περιεκτικότητα 13 ως 14% σε πεπτές αζωτούχες ουσίες. Ανάλογα με το αρχικό βάρος του ζώου και τον επιδιωκόμενο ρυθμό ανάπτυξης, η καθημερινή ποσότητα του χορηγούμενου μείγματος πρέπει να κυμαίνεται από 100 ως 700 g.

Στα αρσενικά αρνιά και ερίφια επιζητείται μεγαλύτερος ημερήσιος ρυθμός ανάπτυξης (250 ως 350 g), ο οποίος μπορεί να επιτευγχθεί με αύξηση της χορηγούμενης ποσότητας του μείγματος συμπυκνωμένων ζωοτροφών (μέχρι και 1 kg ημερησίως). Κατά τον καταρτισμό των σιτηρεσίων των αρσενικών αρνιών και εριφίων, ιδίως δε όταν χορηγείται αυξημένη ποσότητα συμπυκνωμένων ζωοτροφών, πρέπει να δίνεται προσοχή στη σχέση Ca:P. Όταν η σχέση αυτή είναι περίπου ίση με 1, υπάρχει προδιάθεση σχηματισμού ουρολίθων από σύμπλοκα φωσφορικά άλατα του Ca και Mg και εκδήλωση ουρολιθίασης.

Για την πρόληψη της ουρολιθίασης πρέπει να αποφεύγεται η πρόσληψη μεγάλης ποσότητας φωσφόρου και μαγνησίου στην τροφή και συνιστάται η διεύρυνση της σχέσης Ca:P (>2:1). Αν αυτό δεν είναι δυνατόν, τότε συνιστάται η ενσωμάτωση στο μείγμα των συμπυκνωμένων ζωοτροφών 1% NH4Cl ή [0,3% NH4CI + 0,2 % KCI]. Σε ζώα που βόσκουν, η εκδήλωση της νόσου συνδέεται περισσότερο με μεγάλη ποσότητα πυριτικών αλάτων που προσλαμβάνουν τα ζώα μέσω της ακούσιας κατανάλωσης χώματος. Σε τέτοια περίπτωση, συνιστάται χορήγηση αλατιού (NaCI) και άφθονου νερού για αυξημένη ούρηση και αποβολή των πυριτικών αλάτων.

3.2. Διατροφή αρνιών και εριφίων για πάχυνση

Στη χώρα μας, η πάχυνση των αρνιών και εριφίων και με τη σφαγή τους σε σωματικό βάρος μεγαλύτερο των 30 kg δεν είναι διαδεδομένη. Γενικά, οι καταναλωτές προτιμούν αρνιά και ερίφια μικρού βάρους, επιπλέον οι κτηνοτρόφοι θεωρούν οικονομικά και διαχειριστικά πιο συμφέρουσα την άρμεξη των θηλυκών ζώων και την πώληση του γάλακτός τους. Επομένως, πάχυνση γίνεται μόνο σε ζώα, τα οποία δεν ήταν δυνατόν να πωληθούν μετά τη χριστουγεννιάτικη ή την πασχαλινή περίοδο.

Αυτά τα ζώα απογαλακτίζονται σε ηλικία 6 ως 10 εβδομάδων και συνηθέστερα διατρέφονται στο στάβλο με χονδροειδείς και συμπυκνωμένες ζωοτροφές. Η πώληση και η σφαγή τους γίνονται με την ευκαιρία διαφόρων εορτών, οι οποίες ακολουθούν τη χριστουγεννιάτικη και την πασχαλινή περίοδο, οπότε υπάρχει περιοδικά αυξημένη ζήτηση κρέατος μικρών μηρυκαστικών.

Πάχυνση αρνιών μπορεί επίσης να γίνει με χορήγηση γάλακτος σε όλην τη διάρκεια της περιόδου πάχυνσης. Αυτή αποσκοπεί σε παραγωγή σφάγιου με λευκορόδινη σάρκα και κανονική εναπόθεση λευκού περινεφρικού και ενδοκοιλιακού λίπους. Τέτοιου τύπου πάχυνση θεωρείται κατάλληλη για αρνιά φυλών γαλακτοπαραγωγικής κατεύθυνσης. Αυτή αποβλέπει σε αντικατάσταση του παραδοσιακού σφάγιου μικρού βάρους "αμνός γάλακτος" με σφάγιο που ενώ διατηρεί τις επιζητούμενες ιδιότητες, έχει όμως μεγαλύτερο βάρος. Σύμφωνα με τη μέθοδο αυτή, στα αρνιά, αφού θηλάσουν πρωτόγαλα και γάλα από τις μητέρες τους για 3 ως 4 ημέρες, γίνεται 12ωρη νηστεία. Στη συνέχεια, αυτά διατρέφονται είτε (α) αποκλειστικά με φυσικό πρόβειο γάλα ή με ρόφημα "τεχνητού" γάλακτος σε κατά βούληση κατανάλωση, είτε (β) με ρόφημα "τεχνητού" γάλακτος και συμπληρωματική τροφή σε προκαθορισμένες ποσότητες για περιορισμό της εναπόθεσης σωματικού λίπους.

Η πάχυνση αυτή γίνεται μέχρι το σωματικό βάρος των 20 kg και διαρκεί 8 εβδομάδες. Ανάλογα με την κάθε φορά εφαρμοζόμενη παραλλαγή της μεθόδου, απαιτούνται 85 ως 90 L πρόβειου γάλακτος ή 80 L ροφήματος "τεχνητού" γάλακτος (16 ως 16,5 kg σκόνης γάλακτος) ή 60 L ροφήματος "τεχνητού" γάλακτος (12 ως 12,5 kg σκόνης γάλακτος) και 7 ως 7,5 kg τροφή σε μορφή συμπήκτων. Η τελευταία παραλλαγή δίνει τα καλύτερα οικονομικά αποτελέσματα, ειδικά δε αν τα σύμπηκτα περιέχουν καθαρή ενέργεια 6,2 ως 6,7 ΜJ, 170 g πεπτών αζωτούχων ουσιών ανά kg και περιεκτικότητα κυτταρινών 6 ως 10%, με συμμετοχή δημητριακών καρπών, υποπροϊόντων δημητριακών καρπών και σπορελαιουργίας και 20 % αλεσμένου σανού μηδικής. Για την πρόληψη της ουρολιθίασης πρέπει να αποφεύγεται η πρόσληψη μεγάλης ποσότητας φωσφόρου και μαγνησίου στην τροφή και συνιστάται η διεύρυνση της σχέσης Ca:P (>2:1).

Ηλίας Αλεξάνδρου Γιάννενας

Αναπληρωτής καθηγητής ΑΠΘ

Διευθυντής Εργαστηρίου Διατροφής

Τμήμα Κτηνιατρικής

Σχολή Επιστημών Υγείας

Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης